Overdub (Greek)

Description:

by Panagiotis Kompotis, Sep 2001 (Athens, Greece)

Συνέντευξη του Rafael Toral στο Overdub (Σεπτέμβριος 2001)

Overdub: Με ποιον τρόπο έχει επηρεάσει η Λισσαβώνα τη μουσική σου; Αποτελεί ο ωκεανός (οι κινήσεις και οι ήχοι της θάλασσας) πηγή έμπνευσης για σένα;

Rafael Toral: Υπάρχει ένας συμβολισμός στη ροή του νερού, ο οποίος αποτελεί για μένα μοντέλο από το οποίο εμπνέομαι για τη δημιουργία δομών. Ο τρόπος με τον οποίον ένα ποτάμι αλλάζει διαρκώς και την ίδια στιγμή μένει πάντα το ίδιο, είναι κάτι το οποίο προσπαθώ να πετύχω σε μερικές από τις συνθέσεις μου. Η Λισσαβώνα συνδέεται πολύ στενά με τον ποταμό Tejo, ίσως και να παίρνω λίγο από τη γαλήνη του…

OD: Αποτελούν το κλίμα και η τοπογραφία στοιχεία αναφοράς για σένα, όταν δουλεύεις πάνω σε δικό σου υλικό;

R.T.: Πάντα επιλέγω να κάνω μη-περιγραφική, μη-αναφορική μουσική. Γι’ αυτό το λόγο δεν έγραψα ποτέ μουσική για κάποια ταινία, για το θέατρο ή για κάτι άλλο παρά μόνο για χάρη της ίδιας της μουσικής. Η αρχική μου πρόθεση είναι να απαντήσω «όχι» στην ερώτησή σου, αλλά, καθώς το σκέφτομαι περισσότερο, πιθανόν και να υπάρχει ένα στοιχείο στο περιβάλλον μου που ίσως και να εκφράζεται μέσω της μουσικής. Αυτό το στοιχείο είναι ο καιρός και πιθανότατα η ποιότητα του φωτός εδώ στη Λισσαβώνα. Υποθέτω ότι ο καιρός στην Ελλάδα είναι γενικά παρόμοιος, το γεωγραφικό πλάτος είναι σχεδόν το ίδιο… Το λέω αυτό επειδή βρίσκω τον εαυτό μου να προτιμάει τους «ζεστούς» ήχους. Αυτό έγινε πολύ φανερό κάποια στιγμή, όταν έδωσα μια συναυλία με τον φίλο μου Ισλανδό κιθαρίστα Hilmar Jensson. Έχουμε σε μεγάλο βαθμό παρεμφερή καλλιτεχνικά και τεχνικά ενδιαφέροντα, αλλά ήταν πολύ ενδιαφέρον να παρατηρείς την αντίθεση ανάμεσα στο δικό του «ψυχρό» ήχο και τον δικό μου.

OD: Πώς επιλέγεις τους τίτλους των δίσκων σου και των μουσικών κομματιών σου; Μέχρι ποιου σημείου αυτοί οι τίτλοι αναφέρονται στη μουσική; Το να ονοματίζεις τα μουσικά κομμάτια δεν περιορίζει, κατά κάποιο τρόπο, την ικανότητα του ακροατή να δημιουργεί τα δικά του σενάρια και νοήματα, όταν ακούει τη μουσική σου;

R.T.: Όχι, νομίζω ότι ο τίτλος ενός κομματιού μπορεί να ενισχύσει την ανάγνωση της μουσικής από τον ακροατή, ειδικά αν ο τίτλος είναι κατά κάποιο τρόπο αινιγματικός, παράλογος ή μυστηριώδης. Μερικές φορές μου είναι δύσκολο να βρω τίτλους και απαιτούνται πολλές δοκιμές και κόπος, κάποιες άλλες φορές ταιριάζουν απόλυτα και αμέσως. Σίγουρα αναφέρονται στη μουσική, με έναν λίγο ή πολύ πλάγιο ή αποκλίνοντα τρόπο. Μερικές φορές είναι πιο ποιητικοί, κάποιες άλλες πιο τεχνικοί. Προσπαθώ να βρω τίτλους που να είναι φωνητικά και ποιητικά ενδιαφέροντες, που να έχουν διάφορα πιθανά νοήματα και που να αντανακλούν με κάποιο τρόπο τη μουσική. Αυτό όμως δε συμβαίνει πάντοτε, έχω χρησιμοποιήσει απαίσιους τίτλους όπως  AER 7 E. Στην περίπτωση του πρόσφατου  Violence of Discovery…  οι τίτλοι προϋπήρχαν της μουσικής και δε συνδέονται απολύτως καθόλου με αυτήν…

OD: Όταν χρησιμοποιείς οπτικά εφφέ και βίντεο κατά τη διάρκεια των συναυλιών σου δε δυσκολεύεις κατά κάποιο τρόπο το κοινό να δημιουργήσει τις δικές του εικόνες;

R.T.: Θέλω να κρατώ ανοικτές όλες τις δυνατότητες, έτσι προσθέτω τα βίντεο σα μια οπτική εναλλακτική στη δική μου οπτική παρουσία. Είναι αλήθεια, ότι γι’ αυτούς που αρέσκονται στη δημιουργία διανοητικών εικόνων, τα βίντεο δε βοηθάνε, αλλά τέτοιοι άνθρωποι συνήθως κλείνουν τα μάτια τους, όταν φαντάζονται τις δικές τους εικόνες.

OD: Πόσο σημαντικά είναι αυτά τα οπτικά εφφέ για τη μουσική σου; Πώς τα χρησιμοποιείς και πώς θα ήθελες να τα χρησιμοποιήσεις στο μέλλον; Θα έλεγες ότι η μουσική σου έχει μια κινηματογραφική οπτική;

R.T.: Το βίντεο έρχεται πάντοτε μετά τη μουσική και αυτά τα δύο συνδυάζονται με έναν τρόπο έτσι, ώστε απλά να ταιριάζουν. Δεν κάνω βίντεο «για» τη μουσική, απλώς ακολουθώ μια ιδέα που ίσως να είναι ενδιαφέρουσα και στη συνέχεια βλέπω ποια μουσική ταιριάζει καλύτερα με αυτή την ιδέα. Κυρίως παίζω αυτές τις βιντεοκασέτες σε συναυλίες. Θα συνεχίσω να φτιάχνω βίντεο στο μέλλον, μάλλον χρησιμοποιώντας το με τον ίδιο τρόπο, αν δεν υπάρξει κάποια αλλαγή στην τεχνολογία, η οποία και θα με εμπνεύσει. Μου έχουν ήδη πει ότι η μουσική μου έχει κάποια κινηματογραφική δυναμική, αλλά ειλικρινά προσπαθώ πολύ να την κάνω όσο το δυνατό πιο αφηρημένη.

OD: Διάβασα ότι σου πήρε μήνες για να ολοκληρώσεις κάθε κομμάτι του “Violence of Discovery…” . Γιατί συνέβη αυτό; Μπορείς να μας περιγράψεις, με λίγα λόγια, τον τρόπο με τον οποίον δουλεύεις;

R.T.: Δουλεύω πολύ αργά, είναι δύσκολο να βρω στιγμές όπου τα πάντα ρέουν και δένουν μεταξύ τους. Όταν αυτό συμβαίνει, μπορώ να δουλέψω δύο ώρες, οι οποίες αξίζουν περισσότερο από δύο εβδομάδες. Συνήθως ξεκινώ ένα κομμάτι ανακαλύπτοντας έναν ενδιαφέροντα ήχο.  Τον αποθηκεύω με μια βασική δομή ή μορφή και προσθέτω διάφορα στρώματα συμπληρωματικών ήχων. Από εκεί και πέρα αρχίζει μια αργή διαδικασία αφαίρεσης όσων δεν ταιριάζουν. Μοιάζει λίγο με τη δουλειά του αρχαιολόγου, ο οποίος αφαιρεί προσεκτικά την άμμο γύρω από ένα πολύτιμο αντικείμενο. Στη δική μου περίπτωση, όμως, πρέπει να αποφασίσω τη μορφή αυτού του αντικειμένου, καθώς αφαιρώ ότι βρίσκεται τριγύρω του – το αντικείμενο είναι κι αυτό από άμμο.
Αποφασίζω ότι ένα κομμάτι είναι έτοιμο, όταν δεν μπορώ πια να βρω κάποια όψη του που να μπορεί να βελτιωθεί. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι το βρίσκω τέλειο.

OD: Θα έλεγα ότι η μουσική σου είναι πολύ όμορφα ενσωματωμένη στους ήχους της καθημερινής ζωής. Προσπαθείς να βρεις ήχους που να μοιάζουν με αυτούς του μη-μουσικού περιβάλλοντος;

R.T.: Αυτή είναι μια σύνθετη ερώτηση… Όχι, δεν προσπαθώ να βρω ήχους που να παραπέμπουν σε άλλους ήχους, προσπαθώ να βρω νέους και αφηρημένους ήχους. Αλλά ακριβώς στην αρχή μου αρέσει να διατηρώ μια σύνδεση με την αυθεντική ηχητική χροιά της κιθάρας. Στη συνέχεια, πολύ συχνά νομίζω ότι κάτι συμβαίνει σε υποσυνείδητο επίπεδο, βρίσκω ότι οι ήχοι με τους οποίους νιώθω πιο άνετα είναι αυτοί που με κάποιο τρόπο συνδέονται στο μυαλό μου με μια αφηρημένη ιδέα κάποιων ήχων του περιβάλλοντος, όπως η απόμακρη βοή της πόλης, η κίνηση στις λεωφόρους, οι ήχοι του νερού, των πουλιών και των παράξενων ζώων. Στην πραγματικότητα δεν τα αναζητώ όλα αυτά, αλλά φαίνεται ότι το μυαλό μου αντιστοιχίζει  τους δικούς μου ήχους με αυτούς τους ήχους που μου αρέσουν από το περιβάλλον. Αυτό μας οδηγεί στην άλλη πλευρά αυτού του ζητήματος, η οποία αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο ακούμε ό,τι αποκαλούμε «μη-μουσικό περιβάλλον». Μπορεί να είναι εντελώς μουσικό, αν το ακούσουμε μουσικά. Απολαμβάνω πολλή «μουσική» σε ήχους του περιβάλλοντος, και πραγματικά δε γνωρίζω πώς συμβαίνει αυτό, αλλά είμαι σίγουρος ότι τέτοιου είδους ακούσματα αντανακλώνται στη μουσική…

OD: Θα μπορούσες να πεις ότι οι ηχογραφήσεις σου συνιστούν τη δική σου συνεισφορά στο ηχητικό μας υπόβαθρο;

R.T.: Το ελπίζω… Προσπαθώ να κάνω μουσική που με κάποιο τρόπο να είναι ανοικτή στο περιβάλλον. Είναι μεγάλη τιμή για μένα ότι οι άνθρωποι πραγματικά αγοράζουν τις ηχογραφήσεις μου και τις χρησιμοποιούν στη ζωή τους. Όταν ακούω για ηχητικές εμπειρίες όπου η μουσική μου αναμιγνύεται με το περιβάλλον, νιώθω πολύ χαρούμενος, είναι το καλύτερο που μπορεί να συμβεί.

OD: Μπορείς να μας πεις μερικά πράγματα για την «ηχογράφηση σιωπής κατά τη διάρκεια μιας αποστολής διαστημικού λεωφορείου σε δίκτυο πραγματικού χρόνου»;

R.T.: Περιπλανιόμουν στην ιστιοσελίδα της NASA όπου μεταδιδόταν μια αποστολή συνοδευόμενη από ένα ηχητικό δίκτυο σε πραγματικό χρόνο. Το έλεγξα αλλά δε μιλούσε κανείς. Αντίθετα υπήρχε αυτός ο υπέροχης χροιάς θόρυβος.

OD: Η σιωπή είναι οι ελάχιστοι ήχοι που μπορεί να παράγει η φύση ή απλώς ένα ηχητικό κενό το οποίο περιμένει να γεμίσει από ήχους;

R.Τ.: Κατά την άποψή μου, το πιο σημαντικό που μας κληροδότησε ο John Cage είναι ότι μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχει σιωπή. Αυτό το ανακάλυψε, όταν μπήκε σε ένα δωμάτιο χωρίς ηχώ και άκουσε το αίμα του να κυκλοφορεί και το νευρικό του σύστημα να δουλεύει. Άρα η σιωπή είναι ανέφικτη. Τα όρια της λέξης «σιωπή» μετριούνται σύμφωνα με τη δική μας αντίληψη για τον ήχο και τις δικές μας προσδοκίες γι’ αυτόν. Δες το παραπάνω παράδειγμα, τη «σιωπή» του Διαστημικού Λεωφορείου: Από τη στιγμή που αυτό ήταν μια γραμμή επικοινωνίας που ως σκοπό είχε τη μετάδοση προφορικής γλώσσας από τους αστροναύτες και κανείς δε μιλούσε, το είπαμε «σιωπή». Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπήρχε ήχος. Αυτή η σιωπή ήταν γεμάτη από όμορφους θορύβους.
«Σιωπή» και «θόρυβος» είναι και τα δύο πράγματα που υπάρχουν μόνο στο μυαλό μας. Δε συνδέονται με την πραγματικότητα.


OD: Πώς μπορεί ένας μουσικός να χρησιμοποιήσει τη «σιωπή» στις ηχογραφήσεις του και στις ζωντανές εμφανίσεις του;

R.T.: Η «σιωπή» ενός μουσικού θα ήταν η απουσία εκπομπής ήχου, το να μην παίζεις τίποτα. Αυτή η σιωπή είναι εξαιρετικά σημαντική. Κάθε φορά που ένας μουσικός παίζει σιωπή ανοίγει ένα χώρο, όπου όλα μπορούν να συμβούν. Όσο πιο ανοικτός είναι ένας μουσικός στο περιβάλλον του, τόσο πιο πλούσια μπορεί να είναι η σιωπή του. Αν παίζει σε ένα συγκρότημα, τότε οι ήχοι των άλλων μουσικών μπορούν επίσης να αναπνεύσουν καλύτερα μέσα σε έναν τέτοιον ανοικτό χώρο. Αν πάμε πίσω στον Cage, θα δούμε ότι έφτασε σε μία ακραία χρήση της σιωπής. Το κομμάτι του “4’33” αποτελείται από ένα μουσικό ο οποίος δεν παράγει κανέναν ήχο γι’ αυτή τη χρονική διάρκεια. *Το παν* που ακούγεται κατά τη διάρκεια αυτού του χρόνου είναι η μουσική. Αυτό για μένα σημαίνει απλώς ότι «Σιωπή=Απειρότητα του ήχου».

OD: Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον; Μπορείς να μας πεις μερικά πράγματα για την ιδέα σου με τις γέφυρες;

R.T.: Δεν έχω κάποια σχέδια, πρέπει να ανακαλύψω τι θα κάνω στη συνέχεια. Θα υπάρξουν δύο κυκλοφορίες CD-single σύντομα. Πρόκειται για μια ζωντανή ηχογράφηση σόλο κιθάρας στο Σικάγο και μια σειρά «πρώιμων έργων», τα πρώτα μου κομμάτια ηχογραφημένα σε κασέτα τεσσάρων κομματιών. Ίσως να αρχίσω να δουλεύω πάνω στην ιδέα μου για τις γέφυρες, δεν ξέρω. Αυτή η ιδέα έχει να κάνει με τη δημιουργία μουσικής χρησιμοποιώντας ως πηγή ηχογράφησης τη δομή της ταλάντευσης μεταλικών γεφυρών όπως είναι η Golden Gate. Κάθε κομμάτι θα απαρτίζεται από ήχους μιας ξεχωριστής γέφυρας.